Είναι πράγματι αξιοπερίεργο αυτό που ακούμε και παραμένει στο μυαλό μας για ώρα, επηρεάζοντας με κάποιο τρόπο τη διάθεσή μας. Πριν από λίγες ημέρες προσπάθησα να μεσολαβήσω και να βοηθήσω, όσο ήταν δυνατόν, ώστε να βελτιωθεί με κάποιο τρόπο η ζωή ενός ανθρώπου, δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα...
Στην προσπάθειά μου αυτή βρέθηκα αντιμέτωπη με μερικούς ψυχιάτρους οι οποίοι, αφού με «μάλωσαν» κουνώντας μου το δάχτυλο, μου δήλωσαν με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει αυτό που ζητούσα, υπονοώντας ότι είμαι παράλογη (τουλάχιστον!) ζητώντας το.
Όταν αντέδρασα συναισθηματικά, στενοχωρήθηκα εμφανώς, η κυρία ψυχίατρος -που όπως είχε δηλώσει με έμφαση και γελώντας δυνατά «τα έχουμε φάει εμείς εδώ όλα αυτά με το κουτάλι!»-. για να δείξει την μεγάλη και αδιαμφισβήτητη εμπειρία, τη δική της και του συναδέλφου της σε θέματα ψυχιατρικού τύπου) η κυρία ψυχίατρος, λοιπόν, μου είπε με ύφος ελαφρώς κοροϊδευτικό: «Eσείς γιατί νοιάζεστε τόσο πολύ κυρία μου; Να μη νοιάζεστε τόσο πολύ, έρχεται και το burnout, αν το έχετε ακουστά…».
Αν και έχω πολλούς λόγους να αισθάνομαι θυμωμένη απέναντι στο σύνολο των προσβολών και υπονοούμενων που δέχτηκα στη διάρκεια αυτής της συνάντησης, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, εντούτοις στάθηκα με επιμονή μέσα μου στα λόγια αυτά: «Μη νοιάζεστε τόσο πολύ κυρία μου!».
Τι σημαίνει «να μη νοιάζεσαι τόσο πολύ»; Δηλαδή, πόσο είναι το «νοιάζομαι αρκετά»; Υπάρχει τρόπος μέτρησης του «νοιάζομαι»; Και, αν υποθέσουμε ότι εγώ νοιάζομαι πολύ, τότε πόσο είναι το «όσο πρέπει»; Και γιατί είναι κακό να νοιάζεται κανείς πολύ;
Θυμήθηκα ότι στη ζωή μου -την προσωπική και την επαγγελματική, αλλά κυρίως την επαγγελματική, αφού εκεί εντόπισε η κυρία ψυχίατρος το «πρόβλημα»- πάντοτε το εφαλτήριό μου ήταν το νοιάξιμό μου. Με άλλα λόγια, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να σηκωθώ από το κρεβάτι μου για να συντρέξω ή να ακούσω κάποιον αν δεν νοιαζόμουν. Και πάντοτε νοιαζόμουν στην ίδια ποσότητα πάνω κάτω! Δεν ξέρω αν αυτό ήταν πολύ, αλλά εγώ πάντα το ίδιο ένιωθα με τους ανθρώπους που σχετιζόμουν επαγγελματικά -να νοιάζομαι! Να νοιάζομαι αν είναι καλά, αν νιώθουν καλά, καλύτερα ή χειρότερα από πριν, αν μπορώ να βρω λύση, αν μπορώ να βοηθήσω να δοθεί τελικά αυτή η λύση, κ.λπ. κ.λπ.
Το νοιάξιμο που ένιωθα πάντα για τους ανθρώπους γύρω μου δεν έχει στερέψει. Δεν έχω νιώσει ότι μου έχει τελειώσει. Έχω νιώσει ότι θα ήθελα να μην ανησυχώ για κανέναν πέρα από τον εαυτό μου και πράγματι έχω κουραστεί εξαιρετικά πολύ σε ορισμένες περιπτώσεις. Έχω βάλει όρια στο χρόνο μου ή και στις προσδοκίες μου και τα έχω χάσει και τελείως. Αλλά το νοιάξιμο δεν μου έχει τελειώσει. Γιατί όποιος νοιάζεται δεν δίνει μόνο, παίρνει κιόλας. Παίρνει ένα βλέμμα γεμάτο αγάπη, από αυτή που δίνει και του γυρίζει πίσω. Παίρνει την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του. Παίρνει, κι έτσι γεμίζει για να ξανανοιαστεί.
Οπότε, κατέληξα, ότι δεν είναι το νοιάξιμο που σε κουράζει ή σε «εξουθενώνει», αλλά η συμπεριφορά ανθρώπων σαν της κυρίας ψυχιάτρου και του συναδέλφου της, οι οποίοι θέλουν να επιβάλουν στην ψυχική υγεία έναν απ-άνθρωπο και α-συναισθηματικό τρόπο υποτιθέμενης φροντίδας κατηγορώντας «το κράτος το κακό» που δεν καλύπτει τις ανάγκες των πολιτών του, «τι να κάνουμε;» - όπως είπε χαρακτηριστικά. Το «κράτος το κακό» που η ίδια από την πλευρά της συντηρεί, αφού δεν κάνει κάτι για να το ομορφύνει λίγο!
Η στάση και η συμπεριφορά τέτοιων επαγγελματιών, λοιπόν, που υποστηρίζει ότι το να νοιάζεσαι λίγο ή και καθόλου είναι δείγμα επαγγελματικής πείρας και ωριμότητας, το να μην εμπλέκεσαι είναι δείγμα επιστημονικότητας και επάρκειας, αυτή η στάση και συμπεριφορά είναι που συμβάλει στο να υπάρχουν εξαρχής άνθρωποι με συναισθηματικά προβλήματα που τα εξωτερικεύουν με τρόπο ψυχικά «διαταραγμένο». Αυτοί οι άνθρωποι είναι μέρος του προβλήματος που υποτίθεται ότι προσπαθούν να λύσουν αλλά στην πραγματικότητα αναπαράγουν.
Προσωπικά, ευχαριστώ, αλλά θα προτιμήσω να νοιάζομαι! Πολύ ή λίγο δεν έχει σημασία, γιατί δεν έχω πάνω μου μετρητή. Μπορεί και να χάσω και τον ύπνο μου για κάτι, αλήθεια είναι. Και θα το κάνω όσο αυτό έχει αποτέλεσμα θεραπευτικό για τον άνθρωπο -δέκτη του νοιαξίματός μου. Κι όταν αποτύχω, τότε θα νοιάζομαι πιο πολύ ακόμα. Θα στενοχωριέμαι και θα προσπαθώ να αντιστρέψω τις προγνώσεις. Γιατί έχω δει (όχι έχω ακούσει, αλλά έχω πράγματι δει με τα μάτια μου) ένα αληθινό νοιάξιμο να φέρνει αλλαγές θεραπευτικές και μόνιμες.
Αλήθεια, κυρία ψυχίατρε… πόσους ανθρώπους με τη στάση και συμπεριφορά του «μη νοιάζεστε και τόσο πολύ κυρία μου» έχετε θεραπεύσει;